ἐνέμοντ'

ἐνέμοντ'
ἐνέμοντο , νέμω
deal out
imperf ind mp 3rd pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Ένεμοντ — Άγιος της Δυτ. Καθολικής Εκκλησίας, γνωστός επίσης και με τα ονόματα Άνεμοντ, Ονεμόντ, Σάμοντ και Σαμόν. Διετέλεσε επίσκοπος της Λιόν και κτήτορας του γυναικείου μοναστηριού του Αγίου Πέτρου. Η μνήμη του τιμάται στις 28 Σεπτεμβρίου …   Dictionary of Greek

  • οπόεις — ὀπόεις, εσσα, εν (Α) 1. γεμάτος με οπό, γαλακτώδης, χυμώδης («ὀπόεντας ἐρινεούς», Νίκ.) 2. ως κύριο όν. Ὀπόεις και Ὀποῡς ονομασία λοκρικής πόλεως, που οι κάτοικοι της ονομάζονταν Ὀπούντιοι και Ὀποέντιοι και Ὀπόντιοι («οἳ Κῡνόν τ ἐνέμοντ Ὀπόεντά… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”